Ελευθερία: Μια δυτική αξία

Πρόσφατες τοποθετήσεις υποστηρίζουν την ιδέα ότι στους μη δυτικούς πολιτισμούς απουσιάζει χαρακτηριστικά μια αναλυτική και σκεπτικιστική παράδοση σκέψης και ότι γι’ αυτό το λόγο αυτοί οι πολιτισμοί απέχουν πολύ από αυτό που ορίζεται ως «δυτική ορθολογικότητα». Παρόμοια σχόλια έχουν γίνει για τον «δυτικό φιλελευθερισμό», τη «δυτική ιδέα του δικαίου και της δικαιοσύνης» και γενικά για τις δυτικές αξίες. Πράγματι, υπάρχουν πολλοί υποστηρικτές της θέσης ότι «οι ιδέες της δικαιοσύνης, του δικαίου, του λόγου και της αγάπης για την ανθρωπότητα μπορούν να εντοπιστούν κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στις δυτικές αξίες». Αν ο στοχασμός και οι αξίες που μπορούν να μας βοηθήσουν να καλλιεργήσουμε τη φαντασία, το σεβασμό και τη συμπόνια ‒τα στοιχεία δηλαδή που είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε καλύτερα και να εκτιμήσουμε αυτόν που είναι διαφορετικός από μας‒ ήσαν πράγματι κατά βάση κληρονομιά της Δύσης θα έπρεπε να είμαστε απαισιόδοξοι. Αλλά είμαστε σίγουροι ότι έτσι είναι τα πράγματα; Στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να ερευνήσουμε τέτοια ζητήματα, αν δεν συνειδητοποιήσουμε την κυριαρχία της σύγχρονης δυτικής κουλτούρας πάνω στις αντιλήψεις μας γι’ αυτό το θέμα.

Η ιδέα της «ατομικής ελευθερίας», για παράδειγμα, αποδίδεται συχνά εξ ολοκλήρου στον «δυτικό φιλελευθερισμό». Η νεότερη Ευρώπη και η Αμερική, συμπεριλαμβανομένου και του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, είχαν σίγουρα μια καθοριστική συμβολή στην εξέλιξη της έννοιας της ελευθερίας και των διάφορων άλλων μορφών που αυτή προσέλαβε μέσα στο χρόνο.

Παρ’ όλα αυτά όμως μπορούμε να βρούμε επίσης παραδείγματα υπέρ της ανεκτικότητας και της ελευθερίας και σε μη δυτικούς συγγραφείς. Ένα καλό παράδειγμα είναι ο αυτοκράτορας Ασόκα στην Ινδία, ο οποίος στον 3ο π.Χ. αιώνα γέμισε τη χώρα με επιγραφές πάνω σε πέτρινες πλάκες για την καλή συμπεριφορά και τη σοφία της διακυβέρνησης, όπου συμπεριλαμβανόταν και η αναφορά στη θεμελιώδη αξία της ελευθερίας για όλους τους υπηκόους. Υπάρχουν βέβαια άλλοι κλασικοί ινδοί συγγραφείς οι οποίοι τονίζουν την αξία της πειθαρχίας μάλλον παρά της ανεκτικότητας και της ελευθερίας, όπως για παράδειγμα ο Καουτίλια στον 4ο μ.Χ. αιώνα (στο βιβλίο του «Αρθασάστρα», που μεταφράζεται «Για τις οικονομικές επιστήμες»). Αλλά και δυτικοί κλασικοί συγγραφείς, όπως ο Πλάτωνας και ο Αυγουστίνος, έδιναν προτεραιότητα στην κοινωνική πειθαρχία.

Μια από τις συνέπειες της κυριαρχίας της δυτικής κουλτούρας στον κόσμο είναι το ότι συχνά οι άλλοι πολιτισμοί και οι παραδόσεις ορίζονται σε αντίθεση με αυτήν. Έτσι ενισχύεται η πολιτική πεποίθηση ότι ο δυτικός πολιτισμός είναι κατά κάποιον τρόπο η κύρια ή και η μοναδική πηγή ορθολογικών και φιλελεύθερων ιδεών (μεταξύ των οποίων η αναλυτική έρευνα, η ανοιχτή συζήτηση, η ανεκτικότητα και η αποδοχή διαφορετικών γνωμών).

Υπάρχει ωστόσο στη Δύση μια αδιαφορία για τη μη θρησκευτική ινδική φιλολογία, από τα μαθηματικά, την επιστημολογία, τις φυσικές επιστήμες, ώς την οικονομία και τη γλωσσολογία. Μέσα από αυτήν την επιλεκτική έμφαση, που υπογραμμίζει τις διαφορές με τη Δύση, οι άλλοι πολιτισμοί μπορούν με αυτόν τον τρόπο να ορίζονται με αντίθετους όρους, είτε αυτοί είναι εξωτικοί και σαγηνευτικοί είτε παράδοξοι και τρομακτικοί ή απλώς παράξενοι και ερεθιστικοί. [476]

Αμάρτια Σεν, 30/5/2004, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, επιμέλεια Θανάσης Γιαλκέτσης (Διασκευασμένο κείμενο).

Κείμενο του ινδού νομπελίστα οικονομολόγου Αμάρτια Σεν από το δοκίμιό του, που περιέχεται στην έκδοση «Il sonno della ragione» (Reset, 2004).

Δημοσιεύθηκε στη Αξίες, Γ΄ Λυκείου | Ετικέτες: , , , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ελευθερία: Μια δυτική αξία

Το δικαίωμα στον πολιτισμό

 

Η πρώτη λέξη του τίτλου της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του 1948 εκφράζει την πιο υψηλή ίσως επιδίωξή της: τα δικαιώματα που «προκηρύσσει» ισχύουν για όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως τόπου, φύλου, έθνους, φυλής, πολιτισμού, πολιτικού καθεστώτος ή οποιασδήποτε άλλης διαφοροποίησης. Η οικουμενικότητα αποτελεί θεμελιακό στοιχείο της έννοιας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως άλλωστε το δηλώνει και η αναφορά στον «άνθρωπο» (και όχι, π.χ., στον «πολίτη»).

Η οικουμενικότητά τους όμως έχει αμφισβητηθεί, στο όνομα των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων και των ιδεολογικών, θρησκευτικών ή άλλων διαφορών μεταξύ ανθρωπίνων κοινωνιών και ομάδων. Τις αντιρρήσεις έχουν εκφράσει, όχι μόνο σχετικιστές φιλόσοφοι ή κοινωνικοί επιστήμονες, αλλά και κυβερνητικοί εκπρόσωποι σε μείζονες διεθνείς συνδιασκέψεις. Μολονότι παλαιά, η διαμάχη αυτή είναι χαρακτηριστική των προβλημάτων του σημερινού κόσμου, ενός κόσμου όπου η τεχνολογική, οικονομική, αλλά και η πολιτιστική ολοκλήρωση –η λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση»– συνυπάρχει με την πολιτισμική ποικιλία, ίσως μάλιστα τη στηρίζει και την ενισχύει.

Αξίζει λοιπόν τον κόπο μια πιο ουσιαστική διερεύνηση. Βέβαια, η οικουμενικότητα που εδώ ενδιαφέρει δεν αναφέρεται κατ’ ανάγκην σε διατάξεις και διαδικασίες. Η αλαζονική εμμονή σε συγκεκριμένες εκδοχές δικαιωμάτων, που συχνά χαρακτηρίζει την επίσημη ευρωπαϊκή ή αμερικανική προσέγγιση, υπονομεύει στην πράξη τη γενική αποδοχή και εφαρμογή τους. Η οικουμενικότητα αφορά το κεντρικό περιεχόμενο, την ουσία των δικαιωμάτων, όχι τις επί μέρους εκφάνσεις. Καλύπτει έτσι ένα σκληρό πυρήνα από θεμελιώδη δικαιώματα και όχι την κάθε λεπτομέρεια της εφαρμογής τους. Τα σημαντικά περιθώρια ασάφειας και αμφιβολίας που αφήνει μια τέτοια προσέγγιση, και αναπόφευκτα είναι, τελικά, και θετικά, διότι προσδίδουν ευελιξία και προσαρμοστικότητα.

Την οικουμενικότητα επιβεβαιώνει, με παράδοξο ίσως τρόπο, και η ιστορική διάσταση του θέματος. Τα δικαιώματα του ανθρώπου, όπως εμφανίζονται σήμερα, είναι αποτέλεσμα μακρών ιστορικών διεργασιών. Όλες, λίγο ή πολύ, τις πράξεις και τις πρακτικές που τα παραβιάζουν τις βρίσκουμε και στην ιστορία, και μάλιστα στην πρόσφατη, των ευρωπαϊκών κρατών. Η συνείδηση αυτής της ιστορικής σχετικότητας πρέπει να μας κάνει πιο ταπεινόφρονες, αλλά όχι μόνο δεν μειώνει, αλλά επιτείνει τη λογική της οικουμενικότητας. Το ότι και οι χειρότερες πρακτικές παραβίασης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ήταν κάποτε παραδεκτές από τις κοινωνίες που σήμερα τις καταδικάζουν έντονα και αποτελεσματικά, μας επιτρέπει να θεωρούμε εύλογο ότι και οι κοινωνίες που σήμερα τις παραδέχονται θα τις απορρίψουν και θα προσχωρήσουν στη λογική της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Τόσο η οικουμενικότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και η αμφισβήτησή της έχουν καίρια πολιτική διάσταση. Τα δικαιώματα του ανθρώπου αναφέρονται κατά κύριο λόγο στη σχέση του πολίτη με το κράτος ή ευρύτερα του ατόμου με το κοινωνικό σύνολο. Τα θέματα αυτά αποτελούν την πεμπτουσία1 της πολιτικής. Οι ενστάσεις ως προς την οικουμενικότητα αμφισβητούν συχνά την προτεραιότητα του ατόμου και τονίζουν την υπεροχή του κοινωνικού συνόλου –θέση που συνήθως μεταφράζεται όμως σε υπεροχή τής εκάστοτε κυβέρνησης ή άρχουσας ομάδας. Παρά τις όποιες, θεμιτές κατ’ αρχήν, θεωρητικές αμφισβητήσεις, οι περιορισμοί στα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά καταγράφονται στα διεθνή κείμενα, έχουν αποδειχθεί κατά γενικό σχεδόν κανόνα εκ του πονηρού, έχουν οδηγήσει στην πραγματικότητα σε αυταρχικές, ανελεύθερες καταστάσεις. [484]

Αργύρης Α. Φατούρος, ΤΟ ΒΗΜΑ, 6/12/1998 (Διασκευασμένο κείμενο).

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=105699

Αργύρης Α. Φατούρος (1998): καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Δημοσιεύθηκε στη Ανθρώπινα δικαιώματα, Γ΄ Λυκείου | Ετικέτες: , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Το δικαίωμα στον πολιτισμό

Οι στόχοι και οι άμαχοι

Οι άμαχοι δεν είναι πια τα τυχαία θύματα, οι «παράπλευρες απώλειες» τυφλών επιθέσεων, αλλά οι σκόπιμοι στόχοι των κάθε φυράματος1 φανατικών. Που δεν «πολεμούν» εναντίον οργανωμένων εχθρικών στρατευμάτων αλλά εναντίον του ανώνυμου περιστασιακού πλήθους άφταιγων περαστικών. H οδυνηρότατη πείρα των τελευταίων χρόνων καταδείχνει τους λόγους που κινούν αυτές τις εσκεμμένες επιθέσεις των αόρατων δημίων κατά των αθώων.

Στη «λογική» των φανατικών, οι αθώοι δεν είναι αθώοι, οι άμαχοι δεν είναι άμαχοι. Δεν είναι αθώοι, επειδή είναι «άπιστοι» ‒και κάθε άπιστος είναι εξ ορισμού ένοχος, αφού δεν συμμερίζεται τις θρησκευτικές, εθνικές, ιδεολογικές και άλλες πίστεις των δραστών. Δεν είναι αθώοι, επειδή αποτελούν τμήμα ενός έθνους που χρόνια και χρόνια, έχει ταπεινώσει, καταπιέσει, εκμεταλλευτεί, απομυζήσει τον τόπο και τον λαό των δραστών, και που χρωστάει ένα μέρος της ευμάρειας και της δύναμής του σ’ αυτή την καταδυνάστευση. Δεν είναι αθώοι, επειδή, σαν σύνολο, ανέχονται, ψηφίζουν, επιδοκιμάζουν τους πολιτικούς ηγέτες αυτής της τυραννίας και της καπηλείας των απόκληρων λαών.

Επιπλέον, οι άμαχοι αποτελούν ιδανικό στόχο επειδή είναι ανυποψίαστοι, άοπλοι και ανυπεράσπιστοι. Και όσο περισσότερα είναι τα σφάγια, τόσο μεγαλύτερη είναι η διεθνής προβολή των σφαγέων. Το αίμα των πολυάριθμων ανίσχυρων αποτελεί το ηχηρότερο προπαγανδιστικό μεγάφωνο των ευάριθμων2 ισχυρών.

Ο απώτερος στόχος αυτών των μαζικών αδιάκριτων δολοφονιών είναι επίσης σαφέστατος; να τσακίσουν το ηθικό των «εχθρών», απλώνοντας τον φόνο, τον τρόμο, τον πανικό όχι σε πολεμικά μέτωπα αλλά στην καθημερινή νυχτοήμερη ζωή επώνυμων και ανώνυμων πολιτών, στρατευμένων και αστράτευτων… να παραλύσουν τις δομές των κρατών τους και να τα καταλύσουν «από μέσα»… Και να υψώσουν στη θέση τους τη δική τους εξουσία, όπου δεν θα υπάρχει παρά μόνο μία πίστη, ένας ηγέτης (επίγειος και υπέργειος), μια φωνή, και δεν θα επιτρέπεται η παραμικρή αντίρρηση.

Όλα τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούν τους αντιμάχούς τους τα διαπράττουν κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν οι ίδιοι: από την ξενοφοβία και τον ρατσισμό, ώς τα ολοκαυτώματα, τις γενοκτονίες, τις εθνοκαθάρσεις… και ώς το τελικό όραμα της παγκόσμιας μονοκρατορίας, απολυταρχίας, καταδυνάστευσης και εξολοθρεμού των πάντων.

Η τραγική ειρωνεία είναι πως οι μεν δουλεύουν για τους δε: οι βομβο-προφήτες για τους οραματιστές της παγκόσμιας πολιτικο-οικονομικής κυριαρχίας. Και τον διπλό λογαριασμό τον πληρώνουν, όπως πάντα, οι αθώοι και άμαχοι. Ο τρόμος για τη δράση των φανατικών δίνει το πράσινο φως στους αντίπαλους ηγέτες να επιβάλουν στους λαούς τους την περιστολή των πολιτικών δικαιωμάτων, τη φίμωση λόγων και πράξεων. Προσπαθούν να πολεμήσουν το σκότος με το σκότος. Πριν τρισήμιση αιώνες, ο ονομαστός άγγλος στοχαστής  Τόμας Χομπς (Thomas Hobbes) έγραφε: «Το βασίλειο του σκότους… δεν είναι παρά ένας συνασπισμός λαοπλάνων που, για ν’ αποκτήσουν κυριαρχία πάνω στους ανθρώπους αυτού του κόσμου, προσπαθούν, με ζοφερά και σφαλερά δόγματα, να σβήσουν το μέσα τους φως».

Αυτή είναι η Εδέμ που μας τάζουν; ‘Η, ακόμα πιο εωσφορικά, οι επιθέσεις των μεν με πυρηνικά όπλα, η ανάλογη πυρηνική απάντηση των δε, και η μετατροπή του «ωραίου, γενναίου κόσμου» μας σε οικουμενικό νεκροταφείο για αυτόχειρες; [477]

Μάριος Πλωρίτης, ΤΟ ΒΗΜΑ, 28/3/2004 (Διασκευασμένο κείμενο).

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=157919

 

Δημοσιεύθηκε στη Γ΄ Λυκείου, Φανατισμός | Ετικέτες: , , , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Οι στόχοι και οι άμαχοι